παρευφρατίς

παρευφρατίς
-ίδος, ἡ, Μ
(για χώρα ή πόλη) αυτή που βρίσκεται κοντά στον ποταμό Ευφράτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)-* + Εὐφράτης + επίθημα -ίς].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”